Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2010
Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2010
Μαρία Κυριάκη
Συγγραφέας, διευθύντρια του διαδικτυακού θεατρικού περιοδικού «Επί Σκηνής»
Οι γυναίκες μιας οικογένειας, από μάνα σε κόρη, είναι οι κυρίαρχες μορφές στο μυθιστόρημα αυτό. Πανίσχυρες απέναντι στην αδύναμη αυτάρκεια των αρσενικών και ταυτόχρονα αδύναμες απέναντι στις εφιαλτικές ρωγμές ενός δυσανάγνωστου πεπρωμένου.
Γυναίκες που μετρούν με τα δάκτυλα της μνήμης τους, τους κόμπους στο υφαντό της γενιάς τους και πορεύονται στις αόρατες λεωφόρους των ωκεανών και των θαλασσών της ζωής τους, δαμάζοντας τους τρόμους τους, βυζαίνοντας τις μικρές και μεγάλες ευτυχίες τους, αναμετρώντας τα πάθη και τους πόθους τους, ρουφώντας τις πίκρες και τις τραγωδίες τους, πάντα μετέωρες ανάμεσα στην θύμηση και την λησμονιά, την σωφροσύνη και την άγνοια, την προσδοκία και το απροσδόκητο. Γυναίκες που διέσχισαν υδάτινους όγκους, σκοτεινές εποχές και ταπεινά μονοπάτια για να έρθουν αντιμέτωπες με την αγωνία του έρωτα, την θαμπή αντανάκλαση της μνήμης του κυττάρου, τον τρόμο του κενού και την επίγνωση της θνητότητας. Γυναίκες που έγιναν σοφές σκύβοντας πάνω από αχνιστές κατσαρόλες και αφουγκράστηκαν την μοιραιότητα ρίχνοντας ένα βότσαλο αμφιβολίας στο πηγάδι του υποσυνείδητού τους. Και μαζί γιορτές, πένθη, επέτειοι, τελετές, κρυφοψιθυρίσματα και κραυγές, μηνύματα κι επιστολές, μικρότητες και ηρωισμοί, ψυχομαχήματα και γέννες, φόβοι και δισταγμοί, αλήθειες και ψέματα, οδύνες κι ηδονές που συνθέτουν ένα τοπίο της ανθρώπινης περιπέτειας, αντλώντας από την αναπόληση, την εκμυστήρευση και την νοσταλγία.
Στο πρώτο αυτό μυθιστόρημα της Έφης Βενιανάκη μπορεί κανείς να διακρίνει ήδη τις αρετές μιας συμπαγούς και σαγηνευτικής μυθοπλασίας. Η δραματουργική επεξεργασία των δράσεων, επιτρέπει την διαρροή της μιας ιστορίας μέσα στην άλλη, συνυφαίνοντας τις διαφορετικές ιστορικές στιγμές, τους αλλότριους τόπους και τις διασταυρούμενες πορείες των ηρωίδων. Η προσεκτική επιλογή των λέξεων και των φράσεων αφυπνίζει ακαριαία το συναίσθημα κι οι ισχυροί αρμοί της αφήγησης αναδεικνύουν τον καταιγιστικό ρυθμό της, κρατώντας το ενδιαφέρον σε διαρκή εγρήγορση. Θαυμάσιοι κι ανόσιοι έρωτες, ξένοι και οικείοι τόποι, παλαιότερες και κοντινές εποχές, ήρωες πολύπλευροι και απρόβλεπτοι, παρελαύνουν από τις σελίδες του βιβλίου, ξεναγώντας αυτόν που το διαβάζει στα ομιχλώδη τοπία ενός συναρπαστικού οδοιπορικού. Ταυτόχρονα επιτελείται μια κατάδυση στα άδυτα του γυναικείου ψυχισμού, εκεί όπου συναντιέται η τρομακτική παραφροσύνη με την σαγηνευτική ωραιότητα κι η εκμαυλιστική γοητεία με την απωθητική παραίτηση. Τα σύμβολα είναι ευανάγνωστα χωρίς να στερούνται πρωτοτυπίας κι η γραφή ρέει απρόσκοπτα χωρίς να παρασύρεται σε υπερβολική κατανάλωση καλολογικών στοιχείων ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τους χυμούς της και την απροσποίητη ποιητική της διάσταση.
Ήπια το μυθιστόρημα αυτό σαν ένα ποτήρι δροσερό νερό μες το Αυγουστιάτικο καταμεσήμερο και με θέρμανε σαν μια γουλιά αψέντι ένα παγωμένο ξημέρωμα του Δεκέμβρη. Ελπίζω να το απολαύσουν εξ ίσου οι μελλοντικοί του αναγνώστες.
Οι γυναίκες μιας οικογένειας, από μάνα σε κόρη, είναι οι κυρίαρχες μορφές στο μυθιστόρημα αυτό. Πανίσχυρες απέναντι στην αδύναμη αυτάρκεια των αρσενικών και ταυτόχρονα αδύναμες απέναντι στις εφιαλτικές ρωγμές ενός δυσανάγνωστου πεπρωμένου.
Γυναίκες που μετρούν με τα δάκτυλα της μνήμης τους, τους κόμπους στο υφαντό της γενιάς τους και πορεύονται στις αόρατες λεωφόρους των ωκεανών και των θαλασσών της ζωής τους, δαμάζοντας τους τρόμους τους, βυζαίνοντας τις μικρές και μεγάλες ευτυχίες τους, αναμετρώντας τα πάθη και τους πόθους τους, ρουφώντας τις πίκρες και τις τραγωδίες τους, πάντα μετέωρες ανάμεσα στην θύμηση και την λησμονιά, την σωφροσύνη και την άγνοια, την προσδοκία και το απροσδόκητο. Γυναίκες που διέσχισαν υδάτινους όγκους, σκοτεινές εποχές και ταπεινά μονοπάτια για να έρθουν αντιμέτωπες με την αγωνία του έρωτα, την θαμπή αντανάκλαση της μνήμης του κυττάρου, τον τρόμο του κενού και την επίγνωση της θνητότητας. Γυναίκες που έγιναν σοφές σκύβοντας πάνω από αχνιστές κατσαρόλες και αφουγκράστηκαν την μοιραιότητα ρίχνοντας ένα βότσαλο αμφιβολίας στο πηγάδι του υποσυνείδητού τους. Και μαζί γιορτές, πένθη, επέτειοι, τελετές, κρυφοψιθυρίσματα και κραυγές, μηνύματα κι επιστολές, μικρότητες και ηρωισμοί, ψυχομαχήματα και γέννες, φόβοι και δισταγμοί, αλήθειες και ψέματα, οδύνες κι ηδονές που συνθέτουν ένα τοπίο της ανθρώπινης περιπέτειας, αντλώντας από την αναπόληση, την εκμυστήρευση και την νοσταλγία.
Στο πρώτο αυτό μυθιστόρημα της Έφης Βενιανάκη μπορεί κανείς να διακρίνει ήδη τις αρετές μιας συμπαγούς και σαγηνευτικής μυθοπλασίας. Η δραματουργική επεξεργασία των δράσεων, επιτρέπει την διαρροή της μιας ιστορίας μέσα στην άλλη, συνυφαίνοντας τις διαφορετικές ιστορικές στιγμές, τους αλλότριους τόπους και τις διασταυρούμενες πορείες των ηρωίδων. Η προσεκτική επιλογή των λέξεων και των φράσεων αφυπνίζει ακαριαία το συναίσθημα κι οι ισχυροί αρμοί της αφήγησης αναδεικνύουν τον καταιγιστικό ρυθμό της, κρατώντας το ενδιαφέρον σε διαρκή εγρήγορση. Θαυμάσιοι κι ανόσιοι έρωτες, ξένοι και οικείοι τόποι, παλαιότερες και κοντινές εποχές, ήρωες πολύπλευροι και απρόβλεπτοι, παρελαύνουν από τις σελίδες του βιβλίου, ξεναγώντας αυτόν που το διαβάζει στα ομιχλώδη τοπία ενός συναρπαστικού οδοιπορικού. Ταυτόχρονα επιτελείται μια κατάδυση στα άδυτα του γυναικείου ψυχισμού, εκεί όπου συναντιέται η τρομακτική παραφροσύνη με την σαγηνευτική ωραιότητα κι η εκμαυλιστική γοητεία με την απωθητική παραίτηση. Τα σύμβολα είναι ευανάγνωστα χωρίς να στερούνται πρωτοτυπίας κι η γραφή ρέει απρόσκοπτα χωρίς να παρασύρεται σε υπερβολική κατανάλωση καλολογικών στοιχείων ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τους χυμούς της και την απροσποίητη ποιητική της διάσταση.
Ήπια το μυθιστόρημα αυτό σαν ένα ποτήρι δροσερό νερό μες το Αυγουστιάτικο καταμεσήμερο και με θέρμανε σαν μια γουλιά αψέντι ένα παγωμένο ξημέρωμα του Δεκέμβρη. Ελπίζω να το απολαύσουν εξ ίσου οι μελλοντικοί του αναγνώστες.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)